Από όσα γράφονται δεν αγαπώ παρά μόνο αυτό πού γράφει κανείς με το αίμα του.Γράφε με το αίμα σου και θα μάθεις οτι το αίμα είναι πνεύμα. ΦΡ.ΝΙΤΣΕ
Χαλάζι λάβας πέφτει η βροχή
στο διαμπερές σημαδεμένο μου σώμα
συντριβάνια αγάπης κόκκινα
εκτοξεύονται στο αδειανό ταβάνι
και τα κοράκια της ελευθερίας τσιμπάνε διψασμένα.
Άνοιξα τα μάτια μου
μα βλάστησαν λέπια στα βλέφαρά μου
ο ήλιος ξεκόλλησε βίαια τον ανονείρευτο ύπνο μου
σαράκι αίματος το γραφείο μου
σέρνει τις μύγες στην βασιλική μου φλέβα
ιδρώτας με σάλιο
στάζει απ’το τυφλό μέτωπό μου.
Οι τοίχοι μουντοί και σκουριασμένοι
μυρίζουν σάπια όνειρα
που πιάστηκαν στον ιστό της μοίρας
δεν μιλάνε δεν λένε τίποτα
λαχανιάσματα σιγής μόνο.
Η σιωπή γυρίζει ξαφνικά το κεφάλι της
και με κοιτάζει αγριεμένη
το στόμα μου έχει γεύση
ανακατεμένης λάσπης με μητρικό γάλα
Τα μυρμήγκια της θλίψης τρυπώνουν στ΄αυτιά μου
δαγκώνουν την σκέψη
μεταφέρουν στην φωλιά τους τα ακρωτηριασμένα αισθήματα.
Θαμπώνουν οι μέρες,
τσουρουφλισμένες πεταλούδες
πετούν κοντά στο φως τα χρόνια.
Φευγαλέα πονηρά χαμόγελα, σκάει η αλήθεια
και χάνεται στους δρόμους με τα κόκκινα φανάρια
σαν κατακερματισμένο άστρο
που αφήνει τα κόκκινα χνάρια του
στο μαύρο χώμα της αβύσσου
Μα τι ξεστομίζω!
-Η αλήθεια κοίτεται χτυπημένη
στη μέση του δρόμου
σαν τσαλακωμένη γάτα ξεψυχάει
στο τροχαίο με την ανηλεή φύση
Με το στραβοχυμένο της στόμα
την ταραγμένη ομιλία της
τα γεμάτα σπαστικότητα άκρα της
σπαρταράει στο αναπηρικό της καροτσάκι
λούζεται σε μαύρους καταρράκτες
στεγνώνει με σπινθήρες διάφανους
Είναι το ξένο παιδί
που σαν λύκος παραμονεύει ψίχουλα
Μα τα περιστέρια πάντα το προφταίνουν
Είναι η αφρικανή έφηβη
εκκωφαντικό κόκκινο ποτάμι ρέει ανάμεσα στα σκέλια της
Έχει την οσμή των αρρώστων η αλήθεια
των ισχνών ζωντανών χρωματιστών πτωμάτων
είναι το αφυδατωμένο ξερό λουλούδι
που ανθίζει στην καμένη πεδιάδα της καρδιάς μου
το πανέμορφο μελαχρινό κορίτσι
το κορίτσι που ζωντανεύει σε καμβά το χώμα..
Και εγώ...;
καταπίνω τις τεράστιες αιμοσταγείς πέτρες
της αδράνειας
Ένας κόκκος ύπαρξης
που βυθίζομαι στο κινούμενο τίποτα
κύματα αφινιασμένα χτυπάνε το στέρνο μου
Το φάντασμα της νιότης μου ουρλιάζει
στην άκρη του αβυσσαλέου χρόνου
αναίτιος κρέμομαι από το δέντρο της αχρησίας
οι καθρέφτες με γελοιοποιούν
για δείτε ρε έναν παλικαρά
που θα αποδόσει δικαιοσύνη με το μολύβι του!
Τα άρθρα ακονίζουν τις μυτερές γωνίες τους
και σαν στιλέτα τις πετάνε
η ατελής στρογγυλότητα των φωνηέντων
μοιάζει με ακανόνιστη πυρακτωμένη αλυσίδα
που δένει τους καρπούς μου
οι ξύστρες ξεφλουδίζουν το ουτοπικό δέρμα μου
και να που αρχίζω να μου μοιάζω...
Ένας ίππος της βαλκυρίας κατέφτασε στο παραθύρι μου
κλέβοντας τον οίστρο των σκέψεών μου
τρέχει πηδώντας απάνω μου
και αρχίζει να με γλείφει
Μα ξάφνου εξαφανίστηκε...
Μπορεί να μην υπήρξε ποτέ...
Μπορεί να μην υπήρξα ποτέ...
Πώς να μπορέσει ο ολιγοφρενής νους μου να ρυθμίσει το ΧΑΟΣ;
-δεν θα μπορέσει (ψιθύριζε η γριά)
καθώς νανούριζε το πλαστικό μωρό
ψίθυρος ακαθόριστης ιαχής
μεταθανάτιοι σπασμοί των νεκρών κλαδιών
της μαύρης τριανταφυλλιάς
εξαπλώνονται στον εγκέφαλό μου
χτυπιούνται με τους νευρώνες μου
στα κοφτερά βράχια της ελπίδας
-δεν θα μπορέσει (ψιθύριζε η μαυροφορεμένη γρια)
Ένα αργό μακρόσυρτο ξεψύχισμα ακούγεται μέσα από τους τοίχους, ο μοναδικός ήχος που ακούστηκε εδώ και χρόνια σε τούτο το δωμάτιο που έχει αρχίσει να παίρνει μακρύ πολυγωνικό σχήμα,δεν θα μπορέσει.
DHMHTRHS GEORGAS
WOLFALAIRE