Εκτύπωση
RSS
Logo Gate * Ανένταχτο Μονολογήματα καταντημένου τοπίου
 

Μονολογήματα καταντημένου τοπίου Hot

 Μονολογήματα καταντημένου τοπίου

Μονολογήματα καταντημένου τοπίου.
Εκφωνήσεις ιδίας συλλογιστικής και η νοοτροπία τερατώδους σχήματος προσεγγίζει το πρόθεμα της τύχης όταν αυτή θέλει να δώσει με σαφήνεια την απάντηση στο απεικόνισμα.
Πολυλογία ασύλληπτου κατευθυντήριου λόγου, αποτυπώματα κρυμμένων επιδιώξεων και στην αναπαράσταση μορφές ομοιοτυπίας συνθέτουν και αφαιρούν την ηλιθιότητα ευτελίζοντας παντελώς την προσπάθεια του νήματος να βρει την άκρη στη μυθοπλασία.
Πρωινά περιορισμένης οράσεως στο ξεκίνημα του ματιού και η ιστορία ακολουθεί την προσπάθεια της ώρας να αποσυντονίσει απροσχημάτιστα τη λειτουργία της εσωτερικότητας του κρανίου.
Εν συνεχεία η επανάληψη φορώντας την επιτηδευμένη σοβαρότητα της ποιότητας, με το μολύβι να ανασείεται έμπροσθεν των χειλέων, οι λέξεις να βγαίνουν αργόσυρτα προς χάριν παλαιότροπης ρητορικής φροντίζοντας τοιουτοτρόπως την εμπέδωση μίας ανούσιας κοντοπαντέλονης αφηγήσεως.

Κι ο ήλιος πέφτει.
Στις ειδήσεις η δυστυχία στα γράμματα μετά μουσικής επενδύσεως και η εκφώνηση τόνου πομπώδους, αποτέλεσμα εκπαιδεύσεως αρχαιόχρονης αραχνιασμένης εντυπώσεως, προκαλεί τον πληθυντικό της εθνικής ύβρεως συνοδευόμενης από μονοσύλλαβο πολλαπλής χρήσεως.
Μεγαλοπρεπής η ελαφρόνοια και η βραδινή αναβίωση των σχολικών εορτών καταγράφει την ανυπαρξία της αισθητικής μιας κοινωνίας χωρίς υπένδυμα.
Στην απορία μοναχικός ο μορφασμός περιορίζεται στη δυσλαλία παραμιλώντας τα γνωστά επιφθέγματα.
Στην εσπερία τα γεγονότα δεν επιδέχονται την αμφισβήτηση της αλλότροπης επεμβάσεως, η εξιστόρηση δευτερολογεί και στην πρωτοκαθεδρία το τέταρτο της αυτοκρατορίας λησμονεί την τύχη των προηγουμένων, ενώ το δημιούργημα του Ηροδότου κρυμμένο στη γωνιά του προετοιμάζει το επερχόμενον.
Και οι καιροί ευνοούν την ασυναρτησία. Στα ψυχογραφήματα η γραμμή αγνοεί το πασιφανές και η κομπορρημοσύνη των αδαών φτιάχνει την περίληψη των κειμένων. Στους τοίχους της ενημερώσεως των δικτύων ποιητές πάσης μορφής αναμασούν την πτωχεία πνεύματος, μοιρολογώντας την καθεστηκυία πολυποίκιλη μωρότητα. Στα ψηλά η ηλιθιότητα, θλιβερή πραγματικότητα δίνει την απογοήτευση στα μεγάλα ορθάνοιχτα μάτια της παρατηρήσεως.
Και η εκτόνωση καταφεύγει στην ανατροπή διαγράφοντας τις παραινέσεις των οδηγιών περί των κανόνων της τετράποδης επικοινωνίας.
Την εβδομάδα προ των παθών η ηλιοφάνεια φροντίζει την είσοδο της μεγάλης γιορτής του ημερολογίου. Η αναμονή των συμβολικών ημερών σκαλίζει στα παλιά σημειώματα τις απρόσμενες αναπνοές. Αναμνήσεων φράσεις, αγγίγματα του φευγαλέου βλέμματος, εξώστες του Αιγαίου, της μοναξιάς μειδιάματα, στη συμμετρία της χαράς με τον πόνο.
Στα πλατύσκαλα της ανηφοριάς, στο σκιερό του πλάτανου, στη λεπτομέρεια του λεξήματος, στο κελάρυσμα της συνεχούς ροής των χρόνων, όταν κλείνουν μέσα τους τις αντωνυμίες.
Συμπύκνωση του επιμυθίου επί τούτου, για τον κατακερματισμό του καθιερωμένου.
Ουσιαστικόν της Αποποιήσεως.
Και την επομένη ο ονειροχαμένος θα αγναντεύει στον βράχο του την απεραντοσύνη ενός ηλιοβασιλέματος μαζεύοντας όλη την άνοιξη μέσα στα μάτια του.

Μυογράφημα

Ωραία η μέρα μαζί με τον ήλιο και την αραιή συννεφιά. Στις στέγες τα σίδερα, στο περίφραγμα απλωμένα σεντόνια, δίπλα στην κεραία παραπεταμένες αδειανές γλάστρες. Μια γάτα να προσπερνά τη διάταξη με σηκωμένη την ουρά παίρνοντας τη δροσιά. Προχειρότητα τακτοποιημένη της καθημερινότητας στα ψηλά, μακριά απ’ τα βλέμματα.
Γυναίκα με τα κάλλη της. Δεμένο μαντίλι στο κεφάλι, μαυροφούστανο μ’ ασπρολούλουδα, ανασκουμπωμένη με τη μονοτονία της ίδιας κινήσεως στη διαδικασία της πρωινής συνέχειας της νοικοκυροσύνης.
Στο ξύλινο τραπεζάκι το παλιό ραδιόφωνο με το σύρμα, στα βραχέα. Τραγούδια να χάνονται και να ’ρχονται, παράσιτα και φωνές και στο στόμα το τραγούδι να διατηρεί τον ρυθμό στο προσκήνιο.
Απέναντι στα μπαλκόνια ακουμπισμένοι αγκώνες στα κάγκελα, καφές, τσιγάρο και λάγνες ματιές στην ανεπιτήδευτη αποκάλυψη των διαστημάτων του σώματος. Σκηνογραφία των αισθήσεων στην ολιγόλεπτη αναφορά της στιγμής.
Κεραμίδια χορταριασμένα, μια λεμονιά να δίνει το ύψος της στο ξεθώριασμα του κόκκινου και μια ξεχασμένη πεταλούδα πάνω στο κλαδάκι να ζωγραφίζει ανοιγοκλείνοντας τα χρώματα.
Στενοί δρόμοι να χωρίζουν τα κουτιά και μια λατέρνα άλλης εποχής να προσκαλεί τους παλιούς καιρούς. Μικροί να παίζουν το κρυφτό στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα και μια μπάλα να αφήνει τα ίχνη της στον άσπρο τοίχο.
Μια ζωγραφιά παρατημένη.
Ασπρόμαυρη, γεμάτη πατημασιές, μέσα στην πόλη.

Ερωταπόκριση

Μα, πώς βρέθηκες εκεί
Μέσα στις κλίμακες
Κι έδιωξες τόσο λευκό
Στην κατηφόρα;
Ξεχύθηκες κυνηγημένη απ’ τον καημό
Κι έκανες την ομορφάδα;
Κατρακύλησες απ’ τον βοριά
κι έγραψες
πάνω στο πράσινο
το κρυφτό της Αμφιτρίτης;
Εκεί ήμουν
Φανερωμένη και δύσβατη
Στη μέρα και στη νύχτα

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ,
τεύχος 1757 στις 25 Απριλίου 2013

Γεώργιος Μ. Θεοδοσίου

Κριτικές Χρηστών

There are no user reviews for this listing.

 

 
 
Powered by jReviews