Χρυσοπρασινο φυλλο
Βλεπω κ ακουω από το Youtube το «χρυσοπρασινο φυλλο». Να τραγουδα ο Θεοδωρακης, σε στιχους του κυπριου Λεωνιδα Μαλενη.
Κυπρος της αγαπης και του ονειρου,
Χρυσοπρασινο φυλλο ριγμενο στο πελαγο.
Ειμαι προσφυγας.Πολεμος, πραξικοπηματα. Μια ζωη, μια πάλη, να καταστρεφει το ωραιο ο ανθρωπος. Γιατι; Γιατι αυτή η μανια του ανθρωπου να καταστρεφει;
Ποιο είναι το επαθλο του; Μια καμενη γη.
Νικητες κ ηττημενοι μια καμενη γη.
Γιατι;
Ζουμε σε ένα πανεμορφο κοσμο. Ένα παραδεισο. Ειμαστε προορισμενοι να ζουμε μεσα στην αφθονια κ στην ομορφια. Ειμαστε καταδικασμενοι να ζουμε μεσα στην αγαπη. Είναι η τελεσιδικη αποφαση του θεου:
«Κοσμος ισον Αγαπη,
κ δεν σηκωνω καμια ενσταση»,ειπε ο θεος.
Αγαπη. Η φυση των πραγματων. Η αγαπη είναι μια ακτινα από το φως του Ηλιου που ταξιδευει εκατομμυρια χιλιομετρα κ ερχεται κ συναντα τη γη μας. Στη γη μας διαθλαται σε ένα πρισμα. Στα χρωματα του ουρανιου τοξου. Κοκκινο, κιτρινο, πρασινο, πορτοκαλι,μωβ, μπλε…
Κ όταν ενωθουν ξανα κανουν την ιδια ακτινα του ηλιου.
Κάθε χρωμα εχει αναγκη τα αλλα χρωματα. Ετσι αν ένα χρωμα λειπει…
Τι θελω να πω; Θελω να πω ότι το φως ερχεται σε μας σαν αορατη ακτινα, κτυπα πανω στο πρισμα που λεγεται γη κ διαχωριζεται σε πολλα χρωματα. Σε εκατομμυρια χρωματα. Ομορφα. Απιθανα. Ψυχεδελικα.
Μην εστιαζεσαι όμως στα χρωματα. Τα χρωματα είναι μερος ενός συνολου που λεγεται αορατη ακτινα φωτος. Είναι μερος του αορατου. Το αορατο ονομαζεται αγαπη. Τα χρωματα μπορει να φαινονται ξεχωριστα, εχουν όμως τον ιδιο πατερα. Το αορατο φως. Την αγαπη.
Ειθε το ταξιδι προς την ιθακη..
Η ιθακη όχι του Οδυσσεα αλλα του Καβαφη.
Ειθε το ταξιδι σου στην Ιθακη να είναι Καβαφικο.
Πολεμοι κ ξανα πολεμοι,
Στο ενδιαμεσο τους η Ειρηνη, η Γαληνη,
τα παιδια.
Ειχε γινει βομβαρδισμος κ μεσα από τα χαλασματα των σπιτιων ξεπροβαλε ένα παιδακι σκονισμενο. Στην αγκαλια του κρατουσε μια κουκλα.
-Μια κουκλα;Κατι το ψευτικο;
-Ναι, γιατι οι δικοι του ειχαν σκοτωθει κατω από τα χαλασματα. Μανα, πατερας, αδελφια,συγγενεις, ειχαν σκοτωθει.
Γονατισα κ εφτασα σχεδον στο υψος του παιδιου κ το καλεσα κοντα μου. Αυτό ηρθε με την κουκλα του κοντα μου. Το εσφιξα στην αγκαλια μου κ η κουκλα επεσε από τα χερια του. Κ το φως μια ακτινας του ηλιου επεσε στα γυαλινα ματια της κουκλας κ διαθλαστηκε σε χιλιαδες χρωματα που επεσαν πανω μας σαν χιλιαδες χρωματιστες τουλιπες. Γυρισαμε τοτε κ οι δυο μας, το παιδι κ γω, τα κεφαλια μας προς τα πισω-προς το παρελθον- κ ειδαμε τα σπιτια κ τους αγαπημενους του παιδιου ακριβως όπως ηταν πριν τον βομβαρδισμο. Το παιδι ετρεξε χαρουμενο στους γονεις του κ τα αδελφια του. Στους αγαπημενους του.
Ηταν ενας εφιαλτης. Κ περασε.
Χρυσοπρασινο φυλλο ριγμενο στο πελαγος.
Να θυμασε: αορατες ακτινες σου χαιδευουν τα μαλλια. Είναι η αγαπη.
Κ οι σταγωνες πανω στα βρεγμενα μαλλια σου διαθλουν τις αορατες ακτινες σε χιλιαδες χρωματα.
Η μερα ηταν απιθανη. Ηλιολουστη. Ανοιξη. Παντου χρωματα. Ησουν ερωτευμενος, ετσι τα χρωματα ελαμπαν ακομα περισσοτερον. Τυχαια ετσι όπως ησουν αγκαλιασμενος με την αγαπημενη σου κοιταξες τον ηλιο. Ένα χρυσαφενιο καραβακι που ταξιδευει στο πελαγος του απεραντου.
Απεραντο. Καποιος ταξιδευτης που ειχε γυρισει από το απεραντο όταν τον ρωτησαν τι ειδε εκει περα αυτός εδειξε αμεσως στο αχανες μαυρο του συμπαντος κ μετα εδειξε τον ηλιο μας κ εμεινε εκει να τον κοιταζει χωρις να πει τιποτε . Υστερα εκανε ένα σαλτο κ βρεθηκε ταξιδευτης στο καραβι του ηλιου. Τα τηλεσκοπεια στη γη ειδαν τοτε ένα μικρο μαυρο στιγμα πανω στα πανια του ηλιου κ μιλησαν για μια μικρη μαυρη κηλιδα. Όμως αυτοι που ξερουν, οι μυστες δηλαδη, μιλησαν για το Ταο. Για το συμβολο του Ταο.
Ειπε: Αντιθεση.
Υστερα αμεσως ξανα ειπε: Συνθεση.
Αντιθεση-Συνθεση.
Ζητησαν από το παιδι να ζωγραφισει κατι κ αυτό ζωγραφισε ένα καραβι. Μια βαρκουλα με πανια. Κατω από τη βαρκουλα εβαλε μπλε χρωμα κ πανω στον ουρανο εβαλε ένα ηλιο. Χαμογελασε κ μετα πηγε να ξαπλωσει διπλα στην αγαπημενη του γλαστρα με τα ζουμπουλια που χαιδεψε κ αποκοιμηθηκε. Κ η μανα του του εφερε το χρωματιστο σεντονι κ τον σκεπασε. Κ ετσι όπως τον εβλεπε να κοιματε γαληνιο αρχισε να κανει ονειρα γιαυτον. Το αερακι φυσηξε απαλα κ ανεμισε τα μαλλια της,
κ τα μαλλια του παιδιου της,
κ τα φυλλαρακια των ζουμπουλιων.
Ενα μυρμηγκακι ανεβαινε τον κορμο ενός από τα ζουμπουλια.
Αφιερωνω αυτό που εγραψα σε αυτό το μυρμηγκακι.
Να πινεις ένα ποτηρι νερο,
ενα δακρυ,
ενα χαδι,
η γευση του σταφυλιου στο στομα σου,
το ριξιμο ενός στρογγυλου βοτσαλου στα κυμματα της θαλασσας. Να χοροπηδα.
Η ανασα του παιδιου όταν κοιμαται.
Τα γεραματα,
η 86χρονη μανα με το μπαστουνι κουτσα κουτσα προς τη λεμονια, να μαζεψει τα λεμονια που εριξε ο ανεμος. Το σκυλακι να μπλεκεται στα ποδια της. Να το χαιδευει.
Το αναμενο καντηλι στον πατερα που εφυγε,
η φλογα που την παιρνει ο ανεμος περα δωθε.
Εσυ,
που σκουπιζεις ένα δακρυ από το μαγουλο του συντροφου σου.
Η αορατη ακτινα που διαθλαται σε χιλια χρωματα πανω στο γυαλινο πολυεδρικο
σκουλαρικι σου.
Το φιλι μου πανω στα εντονα βαμμενα κοκκινα χειλη σου.
Χρυσοπρασινο φυλλο ριγμενο στο πελαγος.