Ανοιξα την πορτα του ποιηματος, «Φωτογραφια 1948» κ μπηκα μεσα. Βγηκα σκουπιζοντας τα δυο τρια δακρυα μου πανω στα ματια μου κ μεσα στη ψυχη μου.
Το ποιημα δεν μεταφραζεται. Νοιωθεται.
Δυο πορτες εχει η ζωη λεει κ ο Καζαντζιδης. Θα πρεπει μπαινοντας καπου(ποιημα, ερωτας,σεξ, ναος, σχεση, φιλία) να βγαινεις μεταφεροντας από κει 2-3 σταγονες νερο. Εχει καυσωνα κ εσυ μπαινεις εκει μεσα να δροσισεις τα χειλη σου με αυτές τις σταγονες. Θεικο. Δοκιμασε το, μεινε νηστικος 2-3 μερες κ μετα φαε. Η πρωτη μπουκια είναι ενας θεος. Θα σου μεινει για παντα αυτή η πρωτη γευση στο μυαλο, μεχρι το θανατο.
Ενα ποιημα δεν ερμηνευεται.
Κ οι κριτικοι τεχνης; Απλα πες πως δεν υπαρχουν κ μην τους δινεις σημασια. Είναι σαν να κρατω το χερι της αγαπημενης μου κ ο κριτικος προσπαθει να μεταφρασει. Γραφει ένα τομο για να αναλυσει την περιπτωση. Κ γω κ η αγαπημενη μου δεν λεμε κουβεντα. Γιατι η κουβεντα θα χαλασει ολο το σκηνικο. Το σκηνικο είναι η σιωπη. Η βαθια σιωπη. Ακομα κ ενας γροιλος όταν είναι εκει κοντα σιωπα. Ο γροιλος είναι εξυπνη οντοτητα. Ευφυες.
Ευφυια είναι η ικανοτητα να αποδεχεσαι το γεγονος ότι
οτιδηποτε σε περιβαλλει είναι σοφο.
Ευφυια δεν είναι «ξεχωριζω»,
ευφυια είναι η λεξη « διαλυομαι», διαλυομαι μεσα σου,
Εξαφανιζομαι μεσα σου. Τα συνορα μου δεν είναι το δερμα μου,
αλλα το τελευταιο συνορο του συμπαντος.
Ευφυια! Καλοκαιρινα τζιτζικια πανω στα δεντρα να τραγουδουν.
Ενας σπορος στη γη που σπαει το κελυφος του κ ανοιγει τα πανια του για τα αστρα.
Η ζωη μας είναι ένα μυστηριο που δε χωρα σε λεξεις. Παρολα αυτά εχουν γραφει τομοι γυρω απ αυτή. Παραμυθακια. Ειμαστε όμως νεαρο ειδος πανω στο πλανητη γη κ ετσι ανοητο. Τα νιατα είναι μεσα στην ανοησια. Ετσι εφευρεθηκε η ποιηση να μιλησει παραλογα για να εκφρασει το παραδοξο της ζωης. Η ποιηση όμως να ξερεις είναι κ αυτή παραμυθια. Παρολα αυτά κ γω γραφω ξεροντας ότι γραφω παραμυθια. Οι λεξεις, ολες οι λεξεις είναι εμποδιο, ενας βραχος που μας φραζει το δρομο. Σιδεροβεργες, καγκελα γυρω μας.
Μπηκα στο ποιημα της Κικης Δημουλα, «Φωτογραφια 1948» κ μυρισα το αρωμα. Μπηκα
στο κηπο της Κικης Δημουλα, σταθηκα διπλα της κ βγαλαμε φωτογραφια, με το κινητο, οι δυο μας, που όταν την ειδαμε χαμογελασαμε κ οι δυο μας. Μετα πατησε η Κικη το κουμπι delete κ την εσβησε.
Βγηκα από κει μεσα με ένα αρωμα στη μυτη μου, γυναικειο, που το πηρε σιγα σιγα ο ανεμος κ χαθηκε.
στη Κικη
με εκτιμηση Κριστοφ.
Παρολα αυτά η ποιηση είναι παιδικο φαινομενο, είναι όμως η αρχη, το πρωτο βημα, η εκκινηση, το εναρκτηριο λακτισμα προς τη ζωη, προς την εκσταση. Τα Ιμαλαια.
Κ ολο αυτό το ταξιδι, κ ολες αυτές οι εφευρεσεις του ανθρωπου κ τα κομπουτερ κ τα διαστημοπλοια κ η τεχνολογια; Που τα βαζεις;. Αχρηστα κ αυτά; Μονο η ποιηση αξιζει κ αυτη στρατα-στρατουλα;
Εκσταση είναι το φαινομενο που λεγεται ζωη. Εκσταση.
Εκσταση, η Κενοτητα, η Σιωπη, ο Θεος.
Ειμαστε φιλοξενουμενοι σε αυτόν τον πλανητη,
θα φυγουμε εμεις,
θα ερθουν αλλοι μετα από μας.
Ηταν άλλοι πριν εδώ.
Ας αφησουμε αυτό τον πλανητη πιο ομορφο, πιο ευωδιαστο από
ότι τον βρηκαμε,
a man to man χειραψια μπροστα σε ένα συμβολαιο καρδιας.
Πολεμικα αεροπλανα πανω από τα κεφαλια μας κ μια χαβουζα
η γη μας. Ο πολιτισμος μας. Μια πατσαβουρα, ένα βρωμικο σεντονι
κ ένα μολυσμενο γαλα στο μπιμπερο,
κ ενα σκιαχτρο κρατα το μωρο κ το ταιζει.
Ενας πυραυλος ξεκινησε απο μια ηπειρο κ εσκασε με την μούρη σε μια αλλη ηπειρο κ
εβγαλε ένα μεγαλο κρατηρα που τα μεσα ενημερωσης απαθανατισαν με κάθε μεσο.
Αργοτερα , με τα πρωτα πρωτοβροχια, ο κρατηρας αυτος γεμισε αγριολουλουδα από σπορους που ειχε φερει ο ανεμος. Διακρινω εκει μεσα κ μια στρατιά μυρμηγκιων να κουβαλα σπορους στη φωλια τους. Μια ξεχασμενη ρούχενη κουκλα να κοιτα τον ουρανο μεσα από τον κρατηρα με τα γαλανα της ματια ορθανοιχτα.
Ενα πουλι καθεται στο καπελο ενός σκιαχτρου κ τραγουδα. Το σκιαχτρο επισης τραγουδα. Εχει κρεμασμενα στο λαιμο του χαιμαλιά, σιδερενια, που κανουν τσιγκενο θορυβο, σαν κουδουνια προβατων.