Πάνω σε σμιλευμένα κόκαλα
αιώνων πυρ- ασφάλειας,
στήσαμε ταφόπλακες στο φιλότιμο και την αλληλεγγύη.
Νεκροί που τους θάψαμε σε χωματερή οραμάτων
και έπειτα γελούσαμε, εμείς οι οπιομανείς ευμάρειας.
Έπειτα με τη συνοδεία της ενοχής κρυφτήκαμε
και ποτέ πια δε δείξαμε τα νύχια μας, αδελφέ,
γιατί είχαν στο ανάμεσο το χώμα του ενταφιασμού.
Τα κόψαμε τα χέρια και τα πετάξαμε να μη σχηματίσουν
ποτέ πάλι γροθιά πορείας διαδηλωτικής.
Κρατήσαμε όμως-δεν ξέρω πώς- μακάβρια
ενθύμια δηλωτικά της ενοχής, πόδια και πρόσωπο.
Μόνο που δεν ξέρω πια,
πώς τώρα ανάπηροι και δίχως χέρια
θα πυροβολούμε και το αύριο!
ΚΙΡΚΗ